Οι συγγραφείς των ελληνικών ιατρικών κειμένων του 18ου και 19ου αιώνος κατά κανόνα υπομνηματίζουν τα κείμενά τους με σχετικά χωρία από τους αρχαίους Ελληνες Ιατρούς, στοιχείο που δείχνει το υψηλό μορφωτικό επίπεδό τους και τη συμμετοχή τους στη διαφωτιστική τους προσπάθεια της εποχής. Μια τέτοια περίπτωση παρουσιάζεται με τη παρούσα ανακοίνωση.
Ο δάσκαλος του Γένους Νικηφόρος Θεοτόκης (διαφάνεια) κυκλοφόρησε ένα δίτομο έργο με τίτλο «Στοιχεία Φυσικής», Λειψία 1766-1767, (διαφάνεια) που αποτελεί το πρώτο συστηματικό ελληνικό βιβλίο φυσικής (εικόνα), του αναγεννώμενου ελληνισμού. Στον δεύτερο τόμο περιέχονται τα κεφάλαια: «Περί της του οφθαλμού κατασκευής», και «Πως ορώμεν», σελ. 12-39. Για την κατανόηση, ωστόσο, της ανατομικής κατασκευής του οφθαλμού, παραθέτει και ένα ανατομικό ιχνόγραμμα του οφθαλμού (διαφάνεια). Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι ο Θεοτόκης υπομνηματίζει τους ανατομικούς όρους των κειμένων του με κείμενα αρχαίων Ελλήνων ιατρών.
Συγκεκριμένα, διαπιστώθηκε από τη μελέτη ότι αναγράφονται δέκα υποσημειώσεις με κείμενα αρχαίων Ελλήνων ιατρών: εξι είναι από τον Γαληνό, κυρίως από το έργο του "Περί χρείας των εν ανθρώπου σώματι μορίων", δύο από τον Ρούφο τον Εφέσιο και από μία από τον Παύλο Αιγινήτη και τον Αλέξανδρο Αφροδισιέα. Το κείμενο τού περί κατασκευής του οφθαλμού, ο Νικηφόρος Θεοτόκης το έλαβε, όπως έχουμε δείξει στη μελέτη μας "Η Ιατρική σκέψη μέσα από τα βιβλία Φυσικής της προεπαναστατικής περιόδου", Αθήνα 1997, από τη Φυσική του Peter van Musschenbroeck, Elementa Physicae, Neapoli 1751, τόμ. 2, σελ. 55-67. (διαφάνεια) Επί πλέον, η έρευνά μας διαπίστωσε από την αντιβολή των κειμένων ότι ο υπομνηματισμός με τα δέκα κείμενα από τους αρχαίους Ελληνες συγγραφείς δεν υπήρχε στο πρότυπο κείμενο της Φυσικής του Musschenbroeck. O Θεοτόκης θα χρησιμοποίησε λεξικά της εποχής του, όπως τον Θησαυρό της Ελληνικής Γλώσσης, έκδ. 1572, του Στεφάνου Ερρίκου( Stephanus Henricus, 1531-1598), του 16ου αιώνος, τον οποίο και αναγράφει, στις τέσσερες υποσημειώσεις που καταγράφει: από τον ΡούΦο Εφέσιο, τον Παύλο Αιγινήτη και τον Αλέξανδρο τον Αφροδισιέα ή για τις υπόλοιπες εξι με κείμενα του Γαληνού, ίσως θα είχε υπόψιν του έκδοση των έργων του Γαληνού.
Πιό αναλυτικά:
Ο Νικηφόρος Θεοτόκης παραθέτει τις δύο πρώτες υποσημειώσεις του στους όρους Αδήν και βολβός. Χαρακτηριστικά γράφει στον υπομνητισμό του:
«Οι δε Αδένες σώματά εισι σμικρά, σφαιροειδή, χαύνα, μεταξύ των μεγάλων φλεβών και αρτηριών, δίκην σφηνίσκων, ίνα μη τη ομιλία σήπονται τα αγγεία υγρά όντα τή περιουσία του αίματος. Αλέξανρ. Αφροδισ. Προβλημ. 2, Βιβλ΄. 2, παρά Στεφ. Ενρ.». Δηλώνει ότι έλαβε το κείμενο από τον Θησαυρό της Ελληνικής Γλώσσης, έκδ. 1572. Εντοπίσαμε το κείμενο στην επανέκδοση του Θησαυρού του Στεφάνου Ερρίκου Β΄(1528-1598) του 1829 τόμ.Ι1, σελ. 648, όπως επίσης και στην έκδοση Alexandri Aphrodisiei, Problemata, Παρίσι 1541.
Η δεύτερη υποσημείωση αναφέρεται στο βολβό, όπου παραθέτει από τον Παύλο Αιγινήτη το χωρίον: «Βλάπτει δε τον οφθαλμόν τω τε κωλύειν τη συνολκή του βολβού την κίνησιν, Βιβλ. 6, κεφ. 17 Περί πτερυγ., παρά Στεφ. Ενρ.». (Βρίσκεται στον Θησαυρό του Στεφάνου Ερρίκου, τόμ. ΙΙ, σελ. 315). Το κείμενο είναι το ίδιο και στην έκδοση της Βενετίας του 1528 «Παύλου Αιγινήτου Ιατρού Αρίστου, Βιβλία Επτά», σελ. 83.
Στην περιγραφή του επιπεφυκότος παραθέτει κείμενο από τον Γαληνό : «Καλούσι δε τον αυτόν τούτον επιπεφυκότα, διότι τοις άλλοις όσοι τον οφθαλμόν σινιστώσι χιτώσιν επιπέφυκον έξωθεν σύνδεσμος ών και αυτός όλω τω οφθαλμώ προς τα περικείμενα των οστών».
Για τον "κερατοειδή χιτώνα" ο Θεοτόκης σημειώνει δύο κείμενα: Το πρώτο κείμενο είναι από τον Ρούφο τον Εφέσιο και το έχει πάρει από τον Θησαυρό της Ελληνικής γλώσσης: «Ή δια το στερεόν ή δια το διαφανές ή δια το κέρατος δίκην εις πέταλα διαλύεσθαι, κερατοειδής ονομάζεται», (Ρούφος ο Εφέσιος, παρά Στεφ. Ενρ.). Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι στον Θησαυρό του Στεφάνου Ερρίκου, τόμ. IV, σελ. 1462, είναι γραμμένο λατινικά και υποθέτουμε ότι ο Θεοτόκης το μετέφρασε στα ελληνικά. Ισως δεν θα είχε υπόψιν του την έκδοση: Ρούφου Εφεσίου, Περί ονομασίας των του ανθρώπου μορίων, 1554, σελ. 41, και γι' αυτό μεταφράζει το σχετικό από το λεξικό του Θησαυρού της ελληνικής γλώσσης: «κερατοειδής, δε ήτοι δια την ευτονίαν, ή δια το λάμπειν το παρακείμενον υγρόν ένδοθεν, ως δια κέρατος, ή δια το κέρατι παραπλησίως εις κτηδόνας αναλύεσθαι».
Για τον κερατοειδή χιτώνα ο Θεοτόκης καταχωρίζει και ένα ακόμη χωρίο από τον Γαληνο, από το έργο: Περί χρείας των εν ανθρώπου σώματι μορίων. Στην έκδοση του Κuhn βρίσκεται στον τόμ. 3, σελ. 772):
«Ο κερατοειδής χιτών λεπτός και πυκνός γενόμενος ευθύς άρ' έμελλον έσεσθαι και λαμπρός, οίον επιπέμπειν αυγήν, επιτηδειότατος είναι παραπλησίως τοις ακριβώς διεξεσμένοις τε και λελεπτυσμένοις κέρασιν», (Γαληνού, Περί χρείας των εν ανθρώπου σώματι μορίων, Λόγος Ι
Στον ανατομικό όρο "λεπτή μήνιγξ" υποσημειώνει το κείμενο: «Η μεν δή λεπτή μήνιγξ είωθέσοι φαίνεσθαι περιπεφυκεία τον εγκέφαλον έντε τω βάθει κατα τον αυτόν τρόπον ομιλούσα, την παχείαν δε πλείστον αυτού αφεστώσαν θεάση....αύτη μεν γαρ η μήνιγξ η παχεία το κρανίον υπέζωκε» (Γαληνού, Περί ανατομικών εγχειρίσεων, Βιβλίον 9).
Στον όρο "ραγοειδή χιτώνα" καταχωρίζει την παραπομπή «έοικε γαρ ραγί τη έξωθεν λειότητι και τη έσωθεν δασύτητι», (Ρούφος ο Εφέσιος παρά Στεφ. Ενρ.), (είναι στο Θησαυρό του Στεφάνου στον τόμ. VI, σελ. 2320). Το εντοπίσαμε και στην έκδοση 1554, Ρούφου Εφεσίου Περί ονομασιας των του ανθρώπου μοριων, σελ. 27
Για τον "χοροειδή χιτώνα", υπογραμμίζει ότι είναι συνέχεια του ραγοειδούς, παραθέτει την υποσημείωση με κείμενο του Γαληνού, επίσης, από το έργο του, Περί χρείας των εν ανθρώπου σώματι μορίων, Λόγος Ι: «πάμπολλα γαρ ουν και ούτος αυτός ο χιτών ο χοροειδής αγγεία φαίνεται καθόλον εαυτόν έχων, ή τούτο μεν δήλον κάξ αυτού του ονόματος. Ου γαρ αν ούτως εκάλεσαν αυτόν, ούτ' ωνόμασαν, ειμή σύνδεσμός τις ών αγγείων παμπόλλων, ώσπερ το χορίον», (Στην έκδ. Κuhn, είναι στον τόμ. 3, σελ. 763.
Για τον αμφιβληστροειδή χιτώνα υποσημειώνει από του Γαληνού, Περί χρείας των εν ανθρώπου σώματι μορίων: «Και καλούσιν αυτό τινές κυρίως αμφιβληστροειδή χιτώνα. Προσέοικε μεν γαρ αμφιβλήστρω το σχήμα». Στην έκδοση του Κuhn, βρίσκεται στον τόμ. 3, σελ. 762.
Τέλος ο Νικηφόρος Θεοτόκης στην παθολογική κατάσταση του οφθαλμού "Γλαύκωσις" καταχωρίζει τη δέκατη παραπομπή του με κείμενο πάλι από τον Γαληνο Περί χρειίας των εν ανθρ. Σώματι μορίων: «Και ως το πάθημα το προς των ιατρών ονομαζόμενον γλαύκωσις ξηρότης μεν εστι, και πήξις άμετρος του κρυσταλλοειδούς υγρού, τυφλού δε υπέρτι και άλλο των κατά τους οφθαλμούς νοσημάτων».
Συμπερασματικά από την μελέτη διαπιστώνεται ότι ο Νικηφόρος Θεοτόκης τα ιατρικά του κείμενα, αν και τα δανείσθηκε από ευρωπαϊκό βιβλίο, τα υπομνηματίζει με κείμενα των αρχαίων Ελλήνων ιατρών, στοιχείο που δείχνει πως μελετούσε τους αρχαίους Ελληνες συγγραφείς και επί πλέον έμμεσα παρουσιάσει στους αναγνώστες της εποχής του τη σύνδεση τους με το ένδοξο παρελθόν και την τονίζει ιστορική συνέχεια τους.
Επί πλέον θα πρέπει να αποτελεί παράδειγμα στους ΄Ελληνες γιατρούς της εποχής μας για τον υπομνηματισμό των σχετικών εργασιών τους με κείμενα των κλασσικών αρχαίων ιατρών. Ετσι θα παύσει το φαινόμενο, όπως για παράδειγμα αναφέρουμε την περίπτωση σε ελληνικό ιατρικό περιοδικό, που για τον διαβήτη, τον οποίο είχε περιγράψει ο Αρεταίος, Ελληνες σύγχρονοι συγγραφείς παραπέμπουν σε ξένο άρθρο, ενώ θα μπορούσαν να παραπέμψουν στο πρωτότυπο κείμενο του Αρεταίου, Περί αιτίων και σημείων χρονίων παθών Β, ΙΙ.
|