Επικοινωνία Εκτύπωση English

ΔΗΜ. ΚΑΡΑΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ιατρικοί όροι του Γαληνού στην νεοελληνική ιατρική ορολογία

Το άρθρο σε αρχείο PDF 
 

Ο Γαληνός ασχολήθηκε εκτός των άλλων και με την ιατρική ορολογία αναγράφοντας σε κάθε ευκαιρία διάσπαρτα στα έργα του σχετικές αναφορές. Μάλιστα έγραψε ιδιαίτερο έργο με τίτλο «Οροι ιατρικοί», στο οποίο επισημαίνει ότι η μελέτη του για τους ιατρικούς όρους είναι ωφέλιμος σε όλους τους ιατρούς, «την περί των όρων πραγματείαν πολυωφελεστάτην υπάρχουσαν πάσι τοις ιατροίς», και τούτο διότι, όπως τονίζει αμέσως παρακάτω, «χρησιμότατοι γεγήσονται οι όροι δι' ολίγων τα πολλά διδάσκειν δυνάμενοι». Στη συνέχεια δίνει τον ορισμό λέγοντας ότι «όρος κατ' ενίους εστί λόγος δηλών ποίόν εστιν εκείνο καθ' ού εστιν ο λόγος», ή «όρος εστί λόγος το είναι δηλών», ή «όρος εστί δια βραχείας υπομνήσεως εις έννοιαν ημάς των υποτεταγμένων ταις φωναίς πραγμάτων». Παρόμοια και στο έργο του «Περί φιλοσόφου ιστορίας» ο Γαληνός υπογραμμίζει ότι «όρος δε εστι λόγος σύντομος εις γνώσιν ημάς άγων εκάστου πράγματος, ή λόγος δια βραχείας υπομνήσεως εμφανές ημίν απεργαζόμενος το υποκείμενον πράγμα».

Ενδιαφέρον έχει να τονισθεί ότι οι αρχαίοι συγγραφείς κατά τη δημιουργία των ιατρικών όρων έδιναν σημασία να υπάρχει αιτιώδης σχέση μεταξύ του όρου και του σημαινομένου, γι' αυτό και ο Γαληνός υπογραμμίζει ότι «κατά τας επιστημονικάς διδασκαλίας αρκεί τούνομα μόνον ειπόντα και το σημαινόμενον εξ αυτού, καθ' ότι περ αν ο διδάσκων εθέλη, προέρχεσθαι λοιπόν επί την των πραγμάτων υφήγησιν». Επίσης σημειώνει για τη ονοματολογία των ιατρικών όρων ότι «νόμος εστί κοινός άπασι τοις Ελλησιν, ων μεν αν έχωμεν ονόματα πραγμάτων παρά τοις πρεσβυτέροις ειρημένα, χρήσθαι ταύτα. Ων δ' ουκ έχομεν, ήτοι μεταφέρειν από τινος ων έχομεν, ή ποιείν αυτούς κατά αναλογίαν τινά την προς τα κατωνομασμένα των πραγμάτων, ή και καταχρήσθαι τοις εφ' ετέρων κειμένοις». Ακόμη για την πρακτική της ονοματοθεσίας ο Γαληνός διευκρινίζει ότι αυτή δίνεται είτε από το όργανο που έχει πάθει βλάβη, όπως πλευρίτις, αρθρίτις, οφθαλμία, είτε από το σύμπτωμα, όπως ειλεός, τεινεσμός, σπασμός, ή από ομοιότητα, όπως καρκίνος, πολύπους, σταφυλή: «Πολλαχόθι μεν γαρ από του βεβλαμμένου μορίου τα ονόματα, πλευρίτις, και αρθρίτις, οφθαλμία...πολλαχόθι δ' από του συμπτώματος, ειλεός και τεινεσμός και σπασμός...ενίοτε δε από της προς τι των εκτός ομοιότητος, ελέφας τε και καρκίνος και πολύπους και σταφυλή καλεύκη και μυρμηγκία και αθέρωμα και στεάτωμα και σταφύλωμα και μελικηρίς και άνθραξ, αλωπεκία τε και οφίασις και σύκωσις και σατυριασμός και πριαπισμός».

 

Η σύγχρονη ελληνική ιατρική ορολογία έχει μια μακρά πορεία, της οποίας η αρχή βρίσκεται στην προεπαναστατική ακόμη εποχή. Από τα μέσα ήδη του 18ου κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα επιστημονικά ελληνικά ιατρικά βιβλία. Τότε οι συγγραφείς των ιατρικών κειμένων προσπαθούσαν να σχηματίσουν τους νέους ιατρικούς όρους και για τον λόγο αυτό κατέφευγαν πολλές φορές στα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων ιατρών, όπως έχουμε υποστηρίξει για τις απαρχές της νεοελληνικής ιατρικής ορολογίας, οι οποίες βρίσκονται στην εποχή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Χαρακτηριστικά τονίζεται στον Ερμή το Λόγιο, ότι για τη δημιουργία των όρων ο συγγραφέας «θέλει προσδράμει εις την πλουσίαν αποθήκην των προγόνων, εις δε την σύνθεσιν θέλει οδογηθή από τον ορθόν λόγον». Παρόμοια και ο Διδάσκαλος του Γένους Κωνσταντίνος Κούμας στα 1808 τονίζει ότι «έχομεν την θείαν γλώσσαν των προπατόρων μας από την οποία εμπορούμεν να λαμβάνωμεν πλουσίως ή να πλάττωμεν αναλόγως της συνηθείας της ό,τι όνομα μας χρειάζεται». Μάλιστα ο ιατρός Δημήτριος Μπίρδας στον πρόλογο της διατριβής του στα 1830 επισημαίνει την έλλειψη των ιατρικών όρων στην ελληνική γλώσσα, «πολλαί ονομασίαι ιατρικαί λείπουσιν εις την μητρικήν μας γλώσσαν».

Ιδιαίτερα ο πρώτος Καθηγητής της Ανατομίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Δημήτριος Μαυροκορδάτος στον πρόλογο του βιβλίου του «Ανατομία του ανθρωπίνου σώματος» για τους ιατρικούς όρους χαρακτηριστικά σημειώνει για τις δυσκολίας που συνάντησε κατά την αναγραφή της σωστής ιατρικής ορολογίας και την προσφυγή του στους αρχαίους ιατρούς: «Εις την ονοματολογίαν απήντησα μεγάλας δυσκολίας...συλλέξας όσας ηδυνήθην να εύρω λέξεις εις παλαιούς συγγραφείς, έκλεξα τας προσφεροτέρας,...ως επι το πλείστον εβιαζόμην να πλάττω λέξεις, και εις αυτό ενεθαρρύθην και από αυτόν τον Γαληνόν, όστις λέγει ΄΄και ουδέν ίσως άτοπον ονοματοποιείν ένεκα σαφούς διδασκαλίας από των ήδη κειμένων παράγοντας (Γαλ. περί οστ. τ. εισ.)΄΄». Στη νεοσυσταθείσα Ιατρική Εταιρεία Αθηνών στα 1835 ο ιατρός Ιωάννης Βούρος τονίζει από τις πρώτες ακόμη συνεδριάσεις ότι θα πρέπει «να συσταθεί επιτροπή ίνα συνάξει λέξεις ιατρικάς και ούτω να σχηματίσει αν όχι ιατρικόν λεξικόν, τουλάχιστον έλεγχον ιατρικών λέξεων δια να διευκολυνθεί η ιατρική γλώσσα», στοιχείο που δείχνει το ενδιαφέρον της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών για την ελληνική ιατρική ορολογία, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει και ο Γερ. Ρηγάτος.

Επίσης ο Σ. Αρχιγένης στα 1843 στον πρόλογο του βιβλίου του «Στοιχεία Παθολογίας Ιατρικής» σημειώνει ότι συνέλεξε την ιατρική ορολογία μελετώντας τα κείμενα των αρχαίων Ελλήνων ιατρών, «αναδιφήσαντες τα αθάνατα των ευκλεών ημών προγόνων συγγράμματα, του Ιπποκράτους, Γαληνού, Αρεταίου, Διοσκορίδου, Παύλου του Αιγινήτου, Αρχιγένους κτλ.». Παρόμοια και στα 1852 ο Καθηγητής της Χειρουργικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Ολύμπιος στο εισαγωγικό κείμενο της Χειρουργικής που μετέφρασε υπογραμμίζει ότι «δια τας παντοίας των νεωτέρων επιστημονικάς ονομασίας πραγμάτων τοις Ελλησιν όλως αγνώστων, ηναγκάσθην να ερανισθώ εκ των Ελλήνων , ους δεν έπαυσα ακαταπαύστως ν’ αναδιφώ, τα πρόσφορα εκάστοτε εις τον σκοπόν ονόματα τε και ρήματα, να πλάσσω δε και πολλά εξ αναλογίας».

Με έμφαση εξάλλου ο Καθηγητής της Ανατομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών Λουκάς Παπαϊωάννου στα 1896 τονίζει ότι «των δυσχερεστάτων αναντιρρήτως είνε η ονοματοθεσία εν τη τοσούτον προηγμένη Ανατομική διότι πλείστοι όσοι όροι ξενικοί, πλημμελείς, πάντη άμουσοι και ως τα πολλά ημελημένοι παρεισήχθησαν εική και ως έτυχεν εις αυτήν». Επιπροσθέτως μας πληροφορεί ότι για την «ονοματοθεσία» κατέφυγε στους αρχαίους Ελληνας συγγραφείς. Μάλιστα σημειώνει ότι οι νέοι όροι τους οποίους εισήγαγε στο βιβλίου του είναι πλέον των 2700 όρων, «πρώτον μεν παραλαβών εκ των θησαυρών των ημετέρων προγόνων, δεύτερον δε τους πλημμελώς υπό των ημετέρων ληφθέντας ή δημιουργηθέντας επανορθώσας, είτα δε τους συνωνύμους παραθείς, έπειτα δε πλάσας ετέρους κατ' αναλογίαν, είνε περί τους δυσχιλίους και επτακοσίους».

Για τη σημασία της προσπάθειας των Ελλήνων συγγραφέων να δημιουργήσουν ελληνικούς όρους στα συγγράμματά τους ο Στέφανος Κουμαδούδης στα 1900 σημειώνει ότι «εκ των μεγίστων φαινομένων, ά ο νεώτερος εθνικός ημών βίος έδειξεν είναι αναμφισβητήτως ο πλουτισμός της γραφομένης γλώσσης δια λέξεων κατά το μάλλον και ήττον γνησίως ελληνικών». Παρόμοια και ο ακαδημαϊκός Μιχ. Στεφανίδης στα 1928 τονίζει ότι «εκ των καλλιτέρων εργασιών των προεπαναστατικών λογίων είναι η κατάθεσις των πρώτων ελληνικών επιστημονικών όρων, οίτινες εν πολλοίς παραμένουσιν η θεμελιώδης βάσις της στοιχειώδους νεοελληνικής ονοματολογίας». Προσθέτουμε ακόμη ότι ο ιατρός Ιωάννης Φουστάνος με το ιατρικό του περιοδικό με τίτλο «Ιατρική Πρόοδος», που πρωτοεκδόθηκε το 1896 και συνεχίσθηκε η έκδοσή του για πολλές δεκαετίες έκτοτε, συνέβαλε στη διαμόρφωση της ιατρικής γλώσσας.

 

Στην παρούσα μελέτη μας καταβλήθηκε προσπάθεια να ανευρεθούν σε έργα του Γαληνού ιατρικοί όροι, οι οποίοι χρησιμοποιούνται στη νεοελληνική ιατρική ορολογία. Για τον σκοπό αυτό διερευνήθηκε η εξ είκοσι τόμων έκδοση των Απάντων του Γαληνού υπό του Γερμανού χειρουργού G. C. Kuehn, Claudii Galeni, Opera Omnia,, με παράλληλη χρήση της Βιοϊατρικής Ορολογίας, Ελληγνοαγγλικό-Αγγλοελληνικό Λεξιλόγιο, MeSH-EΛΛΑΣ , και άλλων βιβλίων διαγνωστικής, ανατομικής κ.λ.π. Από την πραγματοποιηθείσα έρευνα διαπιστώθηκε ότι πολλοί όροι του Γαληνού χρησιμοποιούνται σήμερα στην ελληνική ιατρική ορολογία, όπως διαπιστώνεται από τους αναγραφόμενους κατά αλφαβητική σειρά ιατρικούς όρους, στους οποίους δίπλα παρατίθεται ενδεικτικά μία παραπομπή σε σχετικό έργο των Απάντων της έκδοσης του G. C. Kuehn αναγράφοντας με λατινικούς αριθμούς τον τόμο και με αραβικούς τη σχετική σελίδα.

 

 

 

 

αγγεία σπερματικά, (ΙΙ 894), τριχοειδή, (VIII 3)

αγγείον, (ΧΙΧ 365)

άγκιστρον, (ΙΙ 667)

αγκών, (ΙΙ 252)

αγωγή, (VIII 292)

αδενοειδής, (IV 649)

αδήν, (ΧΙΧ 443)

αθέρωμα, (ΧΙΧ 440)

αιδοίον, (ΙΙΙ 868)

αίμα, (ΧΙΧ 364)

αιματοποιητικός, (VIII 358)

αιμάτωσις, (ΙΙΙ 324)

αιμορραγία, (ΙΙ 343)

αιμορραγικός, (XVIIΒ 813)

αιμορροϊς, (ΧΙΧ 446)

αιμόστασις, (ΧΙΙΙ 76)

αιμωδία, (Ι 75)

αίσθησις, (ΧΙΧ 378)

αισθητήριον, (ΧΙΧ 378)

ακάνθη σποδύλου, (ΧVIIA 541)

ακινησία, (VII 58)

ακοή, (ΧΙΧ 379)

ακουστικόν νεύρον, (ΧΙΙ 600)

ακουστικός πόρος, (ΙΙ 745)

άκρα χείρα, (ΙΙ 347)

ακροχορδών, (ΧΙΧ 444)

ακρώμιον ωμοπλάτης, (ΙΙ 766)

άλγος, (ΧΙΙΙ 268)

άλευρον, (ΧΙΙ 503)

αλλαντοειδής υμήν, (IV 547)

αλφός, (ΧΙΙ 448)

αλωπεκία, (ΧΙΧ 431)

αμβλυωπία, (XI 779)

άμβλωσις, (IV 542)

άμνειος (χιτών-υμήν), (IV 547)

άμυλον, (XVIIIA 47)

αμυχή, (ΧΙΙΙ 990)

αμφιβληστροειδής χιτών, (ΧΙΧ 358)

ανα σάσκα ύδρωψ, (ΧΙΧ 424)

αναγωγή, (VIII 283)

αναισθησία, (ΧΙΧ 415)

αναληπτικός, (ΧΙΙ 738)

αναπνευστικά όργανα, (ΙΙΙ 525)

αναπνοή, (ΧΙΧ 375)

ανάρρωσις, (VII 141)

αναστόμωσις, (VIII 338)

ανατομή, (Ι 231), (όρος ανατομία και αγγλ. anatomy)

ανατομικός, (ΙΙ 231)

ανάτρησις κεφαλής, (ΙΙ 435)

ανεύρυσμα, (ΧΙΧ 441)

άνθραξ, (ΧΙΧ 442)

ανίατος, (Ι 387)

άνοια, (VII 60)

ανορεξία (VII 128)

άνοσος, (Χ 551)

αντένδειξις, (Χ 630)

αντίδοτος, (ΧΙΙΙ 18)

αντικνήμιον, (ΙΙ 293)

αντιτυπία, (VIII 96)

αντίχειρ δάκτυλος, (ΙΙ 239)

ανώδυνος, (ΧΙΙΙ 18)

ανωμαλία, (VII 435)

αορτή, (ΙΙ 780)

απευθυσμένον, (ΧΙΧ 361)

απεψία, (VIII 225)

άπνοια, (VIII 281)

αποκατάστασις, (ΧΙΙ 754)

απονεύρωσις, (ΙΙ 233)

αποπληκτικός, (VI 850)

αποπληξία, (ΧΙΧ 415)

απόστημα, (ΧΙΧ 442)

αποφύσεις ανάντεις, κατάντεις σπονδύλου, (ΙΙ 758)

απόφυσις, (VIII 317)

απυρεξία, (VII 330)

αραχνοειδής χιτών οφθαλμού, (Χ 47)

αρθρικός, (ΧΙΧ 85)

αρθριτικός, (ΧΙΙΙ 987)

αρθρίτις, (ΧΙΧ 427)

άρθρωσις, (XVIIIA 354)

άρρωστία, (VIII 367)

αρσενικόν, (ΧΙ 688)

αρτηρία, (ΧΙΧ 365)

αρτηριοτομία, (X 941)

αρυταινοειδής χόνδρος λάρυγγος, (ΙΙΙ 551)

άσηπτος, (VII 214)

άσθμα, (ΧΙΧ 420)

ασθματικός, (ΧΙΙΙ 110)

ασιτία, (Ι 137)

ασκαρίς, (X 1021)

ασκίτης, (ΧΙΧ 424)

αστράγαλος, (XVIIIA 615)

ασφυξία, (VII 63)

ατονία, (VIII 252)

ατροφία, (VIII 95)

αύξησις, (ΧΙΧ 373)

αύρα, (VIII 194)

αυχήν, (Ι 321)

αφέψημα, (ΧΙΙΙ 17)

αφή, (VIII 125)

άφθα, (ΧΙΧ 441)

αφωνία, (VIII 51)

βάλανος (πέους), (VIII 442)

βαρυκοϊα, (VII 56)

βελονοειδής ή στυλοειδής απόφυσις, (ΙΙΙ 852)

βήξ, (VIII 261)

βλαισός πούς, (XVIIA 613)

βλέννα, (IV 645)

βλεφαρίς, (ΧΙΙ 434)

βλέφαρον, (XI 300)

βοθρίον, (ΙΙ 754)

βουβών, (ΙΙ 398)

βουβωνοκήλη, (VII 730)

βράγχος φωνής, (VII 263)

βραχίων οστούν, (ΙΙ 479), βραχίονος κεφαλή, (ΙΙ 766), κόνδυλος, (ΙΙ 257)

βρέγμα, (ΧΙΙΙ 986), βρέγματος οστούν, (ΙΙ 741), (όρος βρεγματικόν οστούν)

βρογχίον, (VIII 2)

βρογχοκήλη, (ΧΙΧ 443)

βρόγχος, (XVIIIA 155)

γάγγλιον, (ΧΙΧ 441)

γάγγραινα, (ΧΙΧ 449)

γάλα, (VI 681)

γαστήρ (=στόμαχος), (ΙΙ 542), (ως πρώτο συνθετικό στους όρους "γαστρορραγία",
      "γαστροστομία")

γαστροκνημία, (ΙΙ 230)

γαστρορραφία, (ΙΙ 510)

γένειον, (ΧΙΙ 847)

γεννητικά μόρια, (ΙΙ 889)

γεντιανή, (ΧΙΙΙΑ 786)

γεύσις, (ΧΙΧ 379)

γήρας, (Ι 582)

γλαύκωμα, (ΧΙΧ 435)

γλήνη οστού, (IV 410)

γληνοειδείς κοιλότητες σπονδύλου, (ΙΙ 757)

γλουτός, (ΙΙ 302)

γλυκύριζα, (ΧΙV 43)

γλώσσα, (ΧΙΧ 359)

γλωττίς, (ΙΙΙ 567)

γνάθος (ΙΙΙ 732)

γομφίος, (ΙΙ 736)

γονόρροια, (ΧΙΧ 426)

γόνυ, (ΧΙΙΙ 932)

δάκρυον, (ΙΙΙ 807)

δακτύλιος (anus), (ΧΙΙΙ 134)

δάκτυλος μικρός, παράμεσος, μέσος, λιχανός, μέγας, (ΙΙ 264)

δελτοειδής μυς, (XVIIIA 306)

δέρμα, (ΙΙ 341)

δεσμός, (VIII 197)

δηλητήρια, (VIII 423)

διαβήτης, (VIII 394)

διάβρωσις, (VIII 81)

διάγνωσις, (ΙΙ 699)

διαγνωστικός, (IV 766)

διάθεσις, (ΧΙΙ 652)

δίαιτα, (XI 14)

διαιτητικός, (ΧΙΙΙ 462)

διαμαρτία, (XVIIIA 372)

διαπήδησις, (X 233)

διάπλασις, (Ι 283)

διαπύησις, (VIII 234)

διάρθρωσις, (ΙΙ 735)

διάρροια, (ΧΙΧ 421)

διαστολεύς, (ΧΙΧ 110)

διαστολή, (VIII 757)

διάστρεμμα, (XVIIIB 888)

διάτρησις, (VII 107)

διάφραγμα, (ΙΙ 503)

διάφυσις, (ΙΙ 350)

διδύμια εγκεφάλου, (ΙΙ 729)

διήθησις, (ΙΙ 59)

δίκροτος σφυγμός, (ΙΧ 75)

διόγκωσις, (Ι 184)

διουρητικός, (Χ 801)

διπλόη κρανίου, (ΙΙΙ 707)

δισχιδής, (ΙΙ 323)

δοθιήν, (X 83)

δυσαισθησία, (ΙΙ 345)

δυσεντερία, (VII 170)

δυσίατος, (ΧΙΙΙ 767)

δυσκινησία, (VIII 72)

δυσκρασία, (XVIIIA 153)

δυσουρία, (ΧΙΧ 425)

δύσπεπτος, (VIII 186)

δυσπεψία, (VII 62)

δύσπνοια, (ΧΙΧ 420)

δυστοκία, (ΧΙΧ 455)

δωδεκαδάκτυλον, (ΧΙΧ 361)

εγκανθίς, (ΧΙΙ 976)

εγκέφαλος, (Ι 233)

εγχάραξις, (ΧΙ 321)

εγχείρησις, (ΙΙ 215)

έδρα, (ΙΙΙ 392)

εδροδιαστολεύς, (ΧΙΧ 110)

ειλεός, (ΧΙΧ 423)

εισπνοή, (ΧΙΧ 375)

εκδορά, (ΧΙΙ 448)

έκζεμα, (ΧΙΙ 468)

εκπνοή, (ΧΙΧ 375)

έκκρισις, (ΧΙΧ 363)

εκτρόπιον βλεφάρων, (ΧΙΧ 439)

έκτρωσις, (IV 631)

εκχύμωσις, (X 232)

ελεφαντίασις, (VI 849)

έλικες εντέρου, (ΙΙΙ 305)

έλκος, (VIII 33)

έλκωσις, (ΧΙΧ 441)

έλμινθες, (VIII 47)

ελυτροειδής χιτών, (VII 36)

έμβρυον, (ΙΙ 420)

εμβρυοτομία, (ΧΙΧ 107)

εμβρυουλκία, (ΧΙΧ 107)

εμβρυουλκός, (ΧΙΧ 979)

εμετικός, (VIII 489)

έμετος, (VIII 85)

εμπνευμάτωσις κώλου, (ΧΙΙΙ 281)

εμπύημα, (X 83)

έμφραξις, (X 563)

εμφύσημα, (VIII 945)

εναιώρημα, (VII 456)

ένεμα, (ΧΙΙΙ 287)

εντεριώνη, (ΧΙΙ 85)

εντεροεπιπλοκήλη, (ΧΙΧ 448)

εντεροκήλη, (ΧΙΧ 447)

έντερον, (ΧΙΧ 361), παχύ, λεπτόν, (ΙΙΙ 346)

εξάνθημα, (Χ 367)

εξάρθρημα, (ΙΙ 283)

εξοίδησις, (VIII 439)

εξόμφαλος, (ΧΙΧ 444)

εξόστωσις, (VII 728)

επιγάστριον, (ΙΙ 497)

επιγλωττίς, (ΙΙΙ 586)

επιγονατίς, (ΙΙ 775)

επιδερμίς, (Χ 187)

επίδεσις, (ΧΙΙΙ 537)

επίδεσμος, (ΧΙΙΙ 358)

επιδημία, (XVII 662)

επιδιδυμίς, (ΧΙΧ 123)

επιθέματα, (Χ 466)

επίκρουσις, (Χ 998)

επιληψία, (ΧΙΧ 414)

επιπεφυκώς χιτών οφθαλμού, (ΧΙΧ 358)

επιπλοκήλη, (ΧΙΧ 447)

επίπλουν, (ΙΙ 556)

επίσχεσις ούρων, (ΧΙΧ 425)

επίφυσις, (XVIIIΒ 474)

επουλίς, (ΧΙΙ 875)

επούλωσις, (VIII 391)

ερμαφρόδιτος, (XVIIIA 148)

έρπης, (ΧΙΧ 440)

ερυγή, (VII 69)

ερυθρότης, (Ι 582)

ερυσίπελας, (ΧΙΧ 429)

εσχάρα, (ΧΙΙΙ 134)

ευεξία, (VII 534)

ευνουχισμός, (IV 76)

ευπάθεια, (VIII 205)

ευπατόριον, (ΧIII 204)

ευρυχωρία θώρακος, (ΙΙ 503)

ευρωστία, (VIII 367)

εφελκίς (VIII 6)

εφήβαιον, (ΙΙ 888)

εφηλίς, (ΧΙΙ 448)

εφίδρωσις,

ζύγωμα οστούν, (ΙΙΙ 851), (όρος, ζυγωματικόν οστούν, αγγλ. zygoma)

ήβη, (XVIIIΒ 997)

ήβης οστά, (ΙΙ 772), (όρος, ηβικά οστά)

ηθμοειδές οστούν, (ΙΙΙ 747)

ημικρανία, (VIII 95)

ήπαρ, (ΙΙΙ 269)

ηπατικός, (ΧΙΙΙ 93)

ηπατίτις, (XVIIIA145)

ήπατος λοβοί, (ΙΙ 569)

ήχος, (VII 79)

θείον, (ΧΙΙΙ 409)

θέναρ, (ΙΙΙ 93)

θεραπεία, (ΧΙΧ 396)

θεραπευτική, (X 517)

θηλή, (Χ 475)

θρέψις, (ΧΙΧ 373)

θρόμβος, (VIII 6)

θρόμβωσις, (ΧΙΧ 425)

θύμος, (ΙΙΙ 420)

θυρεοειδές τρήμα, (ΙΙ 414)

θυρεοειδής χόνδρος, (ΙΙ 839)

θώραξ, (ΙΙ 652)

ίασις, (VIII 138)

ιατρική, (ΧΙΙ 956)

ιατρός, (ΧΙΙΙ 354)

ιγνύς, (ΙΙ 297)

ιδιοσυγκρασία, (X 209)

ιδρώς, (ΧΙΧ 365)

ιερόν οστούν, (ΙΙΙ 726)

ίκτερος, (ΧΙΧ 423)

ίλιγγος, (ΧΙ 346)

ίνες μυικές, εγκάρσιες, κυκλοτερείς, ευθείς, (ΙΙΙ 329-330)

ινίον κρανίου, (ΧΙΙ 570)

ινώδες, (ΧΙΙΙ 52)

ιός, (XIV 85)

ίρις (οφθαλμού), (Χ 1020)

ίσχαιμος, (ΧΙΙ 695)

ισχίον, (ΙΙ 297)

ισχουρία, (VIII 9)

κάθαρσις, (ΧΙΙΙ 588), (όρος, αιμοκάθαρσις)

καθαρτικόν φάρμακον, (VIII 375)

καθετήρ, (Ι 125)

κανθός, μέγας, (ΙΙΙ 747), μικρός, (ΙΙΙ 790)

καρδία, (ΧΙΧ 360)

καρδίας κοιλία, αριστερά, δεξιά, (ΙΙ 590), διαστολή, συστολή, (ΧΙΧ 375)

καρδίας διάφραγμα, (ΙΙΙ 440), κοιλότητες, (ΙΙ 618), ώτα, (ΙΙ 615)

καρηβαρία, (VII 269)

καρκίνος, (X 977)

καρκινώδης όγκος, (XI 139)

καρκίνωμα, (ΧΙΧ 443)

καρπός, (ΙΙ 770)

καρωτίς αρτηρία, (ΙΙ 675)

κατ' αγκώνα διάρθρωσις, (ΙΙ 357)

κατ' ισχίον διάρθρωσις, (ΙΙ 328)

κατ' ώμον διάρθρωσις, (ΙΙ 347)

κατά γόνυ διάρθρωσις, (ΙΙΙ 252)

καταβολή, (ΧΙ 28)

κάταγμα, (ΙΙ 283)

κατάληψις, (VIII 60) (όρος, καταληψία)

κατάπλασμα, (ΧΙΙ 568)

κατάποσις, (ΧΙΧ 372)

κατάρρους, (ΧΙΧ 418)

κατάφυσις τενόντων, (ΙΙ 253)

κατάψυξις, (Ι 356)

καυλός (πέος), (Χ 381)

καύσος, (ΧΙΙΙ 145)

καχεκτικός, (ΧΙΙ 786)

καχεξία, (ΧΙΙΙ 222)

κερατοειδής χιτών οφθαλμού, (VII 36)

κερκίς, (ΙΙΙ 92)

κεφαλαλγία, (ΧΙΧ 417)

κεφαλή, (ΙΙ 615)

κήλη, (ΧΙΧ 448)

κηρίον, (ΧΙΧ 443)

κίνησις περισταλτική, (VIII 17), προαιρετική, (VIII 59)

κιρσοί (φλεβών), (ΙΙ 667)

κιρσοκήλη, (ΧΙΧ 447)

κίττα, (VII 133)

κλείς, (ΙΙ 485)

κλινικός (ιατρός), (ΧΙΙ 829)

κλύσμα, (X 857)

κνήμη, (ΙΙ 774)

κνησμός, (VIII 92)

κοίλη φλέβα, (ΙΙΙ 418)

κοιλία, (ΧΙΧ 361)

κοιλίαι εγκεφάλου, πρόσθιες, τρίτη, τετάρτη, (ΙΙ 728)

κοιλιακός, (ΧΙΙΙ 92)

κοιλότης, (ΙΙ 754)

κόκκυξ, (ΙΙ 762)

κολλύριον, (XI 301)

κόλπος, (VIII 92)

κόνδυλος, (XVIIIB 617)

κονδύλωμα, (ΧΙΧ 446)

κόνιδα, (ΧΙΙ 448)

κορακοειδής απόφυσις ωμοπλάτης, (XVIIIA 306)

κόρη (οφθαλμού), (VI 862)

κόρυζα, (Ι 325)

κορώνη ζυγωματικού, (ΙΙΙ 937)

κοτύλη, (ΙΙΙ 210)

κοτυληδόνες (πλακούντος), (ΙΙ 906)

κρανίον, (ΙΙ 739)

κρεμαστήρ μύς, (XVIIIB 995)

κριθή (βλεφάρου), (ΧΙΧ 437)

κροκυδισμός, (VIII 330)

κρόταφος, (VIII 454)

κρύψορχις, (ΧΙΧ 448), (όρος, κρυψορχία)

κυβοειδές οστούν τρασού, (ΙΙΙ 204)

κύημα, (VIII 437)

κύησις, (VIII 413)

κυνάγχη, (VIII 54)

κυνόδους, (ΙΙ 222)

κύστις, (IV 597)

κύφωσις, (XVIII 496)

κωλικός, (VIII 40)

κώλον, (ΧΙΧ 361)

κώμα, (VIII 131)

κωματώδης, (VIII 131)

κωνάριον εγκεφάλου, (ΙΙΙ 674)

κώφωσις, (VIII 22)

λαβίς, (ΙΙ 704)

λαβύρινθος ωτός, (ΙΙΙ 737)

λαγών, (ΙΙΙ 293), λαγόνων οστά, (ΙΙ 772), (όρος, λαγόνια οστά)

λαγώφθαλμος, (ΧΙΧ 439)

λαιμός, (XV 656)

λάρυγξ, (ΧΙΧ 359)

λειχήν, (ΧΙΧ 428)

λεπιδοειδές οστούν κρανίου, (ΙΙΙ 757)

λέπρα, (X 368)

λεύκη, (X 82)

λευκή γραμμή, (ΙΙ 496)

λήθαργος, (ΧΙΧ 413)

λήμη οφθαλμού, (ΙΙΙ 807)

ληνός Ηροφίλου ή δεξαμενή, (ΙΙΙ 708)

λιθίασις, (VIII 47)

λιθοειδές οστούν, (ΙΙΙ 723)

λίθοι νεφρών, (VIII 391)

λιθοτομία, (XVIIIA 29)

λιποθυμία, (VIII 421)

λοβοί πνεύμονος, (ΙΙΙ 422)

λοβός, (ΙΙ 625)

λοιμός, (ΧΙΧ 391)

λόρδωσις, (VIII 242)

λύγξ, (VIII 325)

λύσσα, (VIII 423)

λυσσόδηκτος, (XIV 158)

μαλακτικός, (ΧΙΙΙ 507)

μανδραγόρας, (ΧΙΙ 633)

μανία, (VIII 217)

μαρασμός, (VIII 401)

μαστοειδής απόφυσις, (ΙΙ 745)

μαστός, (XI 164)

μασχάλη, (ΧΙΧ 457)

μελαγχολία, (ΧΙΧ 416)

μεσεντέριον, (ΙΙ 649)

μεσοπλεύριοι μύες, (ΧΙΧ 381)

μεσοπλεύριον, (ΙΙ 357)

μεσόφρυον, (ΙΙ 744)

μετακάρπιον οστούν, (ΙΙ 255)

μετάστασις, (VII 87)

μετωπιαίος, (XVIIIA 786)

μέτωπον, (ΙΙ 444)

μήκων, (XIV102)

μηκώνειον, ΧΙΙ 625

μήνιγξ λεπτή, (ΙΙΙ 657), σκληρά-παχεία, (ΙΙΙ 638), χοριοειδής, (III 658)

μηρός, (XVIIIA 593)

μηρού αυχήν, (ΙΙ 773), κεφαλή, (ΙΙ 772), κόνδυλος, (ΙΙ 294)

μήτρα, (ΧΙΧ 429

μήτρας αυχήν, (ΙΙ 897), πυθμήν, (ΙΙ 837), τράχηλος, (VIII 425), χιτώνες, (ΙΙ 896)

μνήμη, (VIII 147)

μόλυβδος, (ΧΙΙΙ 309)

μόριον, (XIV 240)

μυδρίασις, (Χ 171)

μυελός οστού, (ΙΙΙ 159)

μυκτήρ, (XI 296)

μύλαι, ή γομφίοι οδόντες, (ΙΙ 753)

μύλη κύησις, (X 987)

μυρμηκία, (ΧΙΧ 444)

μυς, ευθύς, (ΙΙΙ 399), λοξός, (ΙΙ 517), μασητήρ, κροταφίτης, (ΙΙ 421), πλατύς,
    (ΙΙ 838),

ραχιαίος, (XVIIIA 138), μυός έκφυσις, (ΙΙ 323), κεφαλή, (ΙΙ 257)

μυώδης, (Ι 151)

μυωπίασις, (ΧΙΧ 436), (όρος μυωπία)

μώλωψ, (ΧΙΧ 139)

νάρθηξ, (ΧΙΙ 85)

νάρκη, (X 818)

νάρκωσις, (VIII 468)

ναρκωτικός, (Χ 862)

ναυτία, (VIII 85)

νέκρωσις, (VI 35)

νεογνόν, (XVIIA 826)

νεύρα αισθητικά γλώσσης, (ΙΙΙ 735)

νεύρα κινητικά, (VIII 208), γλώσσης, (ΙΙΙ 734)

νεύρον, (ΧΙΙΙ 94),

νεφρίτις, (ΧΙΧ 424)

νεφροί, (ΧΙΧ 361)

νήπιον, (XVIIA 826)

νήστις, (ΧΙΧ 361)

νομή, (ΧΙΙ 953)

νόσημα, (ΧΙΧ 387)

νοσοποιός, (Ι 158)

νόσος, (ΧΙΧ 386)

νυκτάλωψ, (ΧΙΧ 435)

νωτιαίος μυελός, (ΙΙΙ 612)

ξηροφθαλμία, (ΧΙΙ 798)

ξιφοειδής απόφυσις, (ΙΙ 765)

όγκος, (VIII 9)

οδονταλγία, (Χ 82)

οδόντες, (ΙΙ 753)

οδοντικός, (ΧΙΙ 864)

οδοντοφυϊα, (XIV 240)

οδούς δευτέρου σπονδύλου, (ΙΙ 757(

οδύνη, (ΧΙΙ 628)

όζαινα, (ΧΙΙ 679)

οίδημα, (ΧΙΧ 442)

οισοφάγος, (ΙΙΙ 267)

ολιγαιμία, (XIV 305)

ομφαλός, (ΙΙ 570)

όνυχες, (ΙΙ 334)

όπιον, (ΧΙΙ 627)

οπισθότονος, (ΧΙΧ 414)

οπτικά νεύρα, (ΙΙ 833)

οπτικός, (VIII 218)

όρασις, (ΧΙΧ 379)

όργανα σώματος, (ΙΙΙ 296)

όρεξις, (VI 62)

ορθόπνοια, (VIII 121)

ορθός μυς, (ΙΙ 496)

ορρός γάλακτος, (Χ 1009)

όρχις, (XIV 100)

οστάριον, (XIV 94)

οστεολογία, (ΙΙ 220)

οστούν, (ΧΙΧ 368), οστού απόφυσις, (ΙΙ 736), γόμφωσις, (ΙΙ 737), κεφαλή, (ΙΙ 736)

όσφρησις, (ΧΙΧ 379)

οσφύς, (ΙΙ 755)

όσχεον, (ΧΙΧ 447)

ούλα, (ΙΙΙ 744)

ουλή, (VIII 31)

ουρανίσκος, (ΙΙΙ 881)

ουραχός, (ΧΙΧ 454)

ουρήθρα, (VIII 8)

ούρησις, (VIII 7)

ουρητήρ, (ΧΙΧ 363)

ουροδόχος κύστις, (ΧΙΧ 363), ουροδόχου κύστεως αυχήν, (ΙΙ 587)

ούρον, (ΧΙΧ 363)

οφθαλμία, (XI 311)

οφθαλμός, (ΧΙΙΙ 66)

οφθαλμού κρυσταλοειδές υγρόν, (ΙΙΙ 760), σκληρός χιτών, (ΙΙΙ 771)

οφίασις τριχών, (ΧΙΧ 431)

οφρύς, (ΙΙΙ 642)

όψις, (VII 44)

πάγκρεας, (ΙΙ 781)

παθογνωμονικόν σύμπτωμα, (Ι 273)

πάθος, (VIII 186)

παρακέντησις, (ΙΙΙ 782)

παλινδρομούντα νεύρα λάρυγγος, (VIII 53)

παράλυσις, (ΙΙ 696)

παραλυτικός, (ΧΙΙΙ 1045)

παράνοια, (VII 202)

παραπληγία, (VIII 231)

παράτριμμα, (ΧΙΙΙ 537)

παραφίμωσις, (ΧΙΧ 445)

παραφροσύνη, (VIII 131)

παρεγκεφαλίς, (ΙΙ 714)

παρέγχυμα, (ΙΙ 576)

παρειά, (XVIIIA 786)

πάρεσις, (ΧΙΧ 415)

παρίσθμια, (ΙΙΙ 282)

παροξυσμός, (ΧΙΙΙ 280)

παροχέτευσις, (Χ 315)

παρωνυχία, (ΧΙΙΙ 134)

παρωτίδες, (ΧΙΧ 440)

πελίωμα, (ΧΙΙ 448), (όρος, πελίωσις ήπατος)

πέλμα, (ΙΙ 322)

πεπτικός, (ΧΙΙΙ 69)

περικάρδιον, (ΙΙ 522)

περικράνιος υμήν, (ΙΙΙ 662)

περίναιον, (ΙΙΙ 407)

περιόστεον, (ΙΙ 591)

περισταλτικός, (ΧΙΙ 544)

περιτομή, (ΧΙΧ 446)

περιτόναιον, (ΙΙ 507)

περίττωμα, (Ι 356)

περόνη, (ΙΙ 774), περόνης κεφαλή, (ΙΙ 404)

πεσσός, (ΧΙΙΙ 309)

πέψις, (ΙΙΙ 324)

πήχυς, (ΙΙ 768)

πιτυρίασις, (ΧΙΙ 461)

πλάτυσμα μυώδες, (VIII 237)

πλέγμα δικτυωδές αρτηριών εγκεφάλου, (ΙΙΙ 696)

πλευραί, (ΙΙ 763), νόθαι, (ΙΙ 765)

πλευρίτις, (ΧΙΧ 420)

πνευμάτωσις, (VIII 85)

πνεύμων, (ΧΙΧ 359)

πνιγμός, (ΧΙΙ 976)

ποδάγρα, (ΧΙΧ 427)

πολίωσις τριχών, (ΧΙΧ 431)

πολυαιμία, (XIV 305)

πολύπους, (ΧΙΧ 439)

πομφόλυξ, (ΧΙ 447)

πόρος, (VIII 10)

πόσθη, (ΙΙΙ 898)

πριαπισμός, (VIII 439)

πρόγνωσις, (ΧΙΧ 395)

προγνωστικόν σημείον, (ΧΙΧ 395)

πρόπολις, (ΧΙΙΙ 262)

πρόπτωσις, (ΧΙΙ 757)

προσαγωγή, (ΙΙ 479)

πρόσφυσις, (ΙΙ 629)

πρόσωπον, (ΙΙ 533)

προφυλακτικός, (XIV 168)

πρωκτός, (ΧΙΧ 116)

πταρμός, (VIII 325)

πτέρνη, (XVIIIA 613)

πτερύγιον, ΧΙΧ 439

πτερυγοειδείς αποφύσεις σφηνοειδούς, (ΙΙ 743)

πτύελον, (VIII 263)

πύελος, (ΙΙ 7)

πύλαι ήπατος, (ΙΙ 780)

πυλωρός, (ΧΙΧ 361)

πύον, (VIII 10)

πυοποιός, (ΧΙΙΙ 832)

πυόρροια, (ΧΙΙ 660)

πύρεθρον, (ΧΙΙ 877)

πυρετός, (ΧΙΧ 398)

πυρήν, (ΧΙΙ 681)

πώρος, (ΧΙΧ 442)

πώρωσις οστού, (ΧΙΧ 397)

ραγάς, (ΧΙΧ 446)

ραγοειδής χιτών οφθαλμού, (VII 36)

ραφή κρανίου, (ΙΙΙ 662), λαμβδοειδής, ευθεία, (ΙΙΙ 748), λεπιδοειδής, στεφανιαία,
    (ΙΙ 740)

ράχη, (VII 311)

ρευματικός, (ΧΙΙΙ 87)

ρευματισμός, (ΧΙΙΙ 18)

ρήξις αγγείων, (VIII 338)

ρίγος, (VIII 70)

ρίζα οδόντος, (ΙΙΙ 871)

ρινός διάφραγμα, (XVIIA 823), πτερύγια, (ΙΙ 750), οστά (ρινικά) (ΙΙ 750)

ρις, (ΧΙΙ 584)

ρώθων, (ΧΙΙΙ 235)

σάκχαρ, (Χ 568)

σάρκα, (VIII 12)

σάρκωμα, (ΧΙΧ 439)

σατυρίασις, (ΧΙΧ 426)

σημείον, (ΧΙΧ 394), διαγνωστικόν, (XVIIIA 50), παθογνωμονικόν, (ΧΙΧ 395)

σηπτικός, (ΧΙ 684)

σήραγξ, (VII 736), (όρος σηραγγώδης κόλπος)

σησαμοειδή οστά, (ΙΙ 778)

σήψις, (VII 35)

σιαγών, (ΧΙΙΙ 176)

σίαλος, (VIII 423)

σιγμοειδείς , (ΙΙΙ 477)

σίδηρος, (ΧΙΙ 444)

σκαφοειδές οστούν ταρσού, (ΙΙΙ 195)

σκελετός, (ΙΙ 734)

σκέλος, (ΙΙ 304)

σκίλλα, (XIV 102)

σκίρρος, (ΧΙΙΙ 258)

σκολίωσις, (VIII 243)

σκότωμα, (ΧΙΙ 271)

σκωληκοειδής, (ΙΙ 729)

σκώληξ παρεγκεφαλίδος, (ΙΙ 730)

σμήγμα, (IV 696)

σπασμοί επιληπτικοί, (VIII 198)

σπασμός, (ΧΙΧ 413)

σπέρμα, (ΧΙΧ 370)

σπερματικός, (ΙΙ 893)

σπίλος, (ΧΙ 826)

σπλάχνον, (ΙΙ 621)

σπλήν, (ΙΙΙ 317)

σπληνίτις, (VII 74)

σπόνδυλος, (ΙΙ 757), σπονδύλου, σώμα, (ΙΙ 759), τρήμα, (ΙΙ 745)

σταφυλή, (ΧΙΙ 991)

σταφύλωμα (οφθαλμού), (ΧΙΙ 801)

στεάτωμα, (ΧΙΧ 440)

στέρνον, (ΙΙ 764)

στήθος, (ΙΙ 475)

στόμα, (ΙΙ 473)

στοματικός, (ΧΙΙΙ 95)

στόμαχος, (ΧΙΙΙ 87)

στόμιον, (ΧΙΙΙ 798)

στραβισμός, (ΧΙΧ 436)

στραγγουρία, (ΧΙΧ 425)

στυλοειδής ή βελονοειδής απόφυσις, (ΙΙ 745)

στυπτικός, (ΧΙΙΙ 827)

συγκοπή, (Ι 136)

συζυγίαι νεύρων, (ΙΙΙ 721)

σύκωσις οφθαλμού, (ΙΙΙ 810)

σύλληψις, (XIV 152)

συμπάθεια, (VIII 30)

σύμπτωμα, (ΧΙΧ 395)

σύμφυσις, (ΙΙ 734)

συνάνχη, (ΧΙΧ 418)

συνάρθρωσις, (ΙΙ 735)

σύνδεσμος, (ΙΙ 739)

συνδρομή, (ΧΙΧ 395)

συνχόνδρωσις, (ΙΙ 738)

συρίγγιον, (ΧΙΙ 683)

σύριγξ, (ΧΙΧ 446)

συρραφή, (XVIIIB 742)

συρριγώδες σώμα (πέους), (VIII 447)

συστολή, (VIII 754)

σφαγίτις φλέβα, (ΙΙ 798)

σφάκελος, (VIII 92)

σφηνοειδές οστούν, (ΙΙ 743)

σφικτήρ μυς, (ΙΙΙ 334)

σφυγμός, (ΧΙΧ 375), σκωληκίζων, μυρμηκίζων, (VIII 460)

σφυρά, (ΙΙ 774)

σχήματα εμβρύου, (ΧΙΧ 455)

σωλήν, (XVIIIB 499)

σώμα, (ΧVIII 488)

ταρσός, (ΙΙΙ 194)

τεινεσμός, (ΧΙΧ 422)

τένων, (ΙΙ 739)

τερηδών, (ΧΙΧ 443)

τέρμινθος, (XIV 101)

τέτανος, (ΧΙΧ 413)

τομείς οδόντες, (ΙΙ 753)

τομή, (ΙΙ 629)

τραύμα, (ΧΙΙΙ 95)

τραχεία αρτηρία, (ΙΙ 590)

τράχηλος, (ΙΙ 755)

τράχωμα, (ΧΙΧ 437)

τρήμα, (ΧΙΙ 662)

τριγλώχινες , (ΙΙ 617)

τρίχα, (ΙΙ 533)

τριχίασις, (ΧΙΙ 799)

τριχοειδής, (ΙΙ 381)

τριχοφυϊα, (ΧΙΙ 433)

τρόμος, (XIV 195)

τροφή, (Ι 584)

τροχαντήρ μικρός, μέγας, (ΙΙ 309)

τρύπανον, (ΧΙΙ 863)

τύλος, (ΧΙΙ 991)

τυλώδες σώμα εγκεφάλου, (ΙΙ 721)

τυλώδης, (ΧΙΙ 647)

τυφλόν έντερον, (ΧΙΧ 361)

τυφώδης, (XVIIIA 148)

υγιεία, (ΧΙΧ 384)

υγιεινή, (Χ 514)

υαλοειδές υγρόν οφθαλμού, (ΙΙΙ 760)

υδατίς κύστις, (VIII 304)

υδατοειδές υγρόν, (VII 87)

υδράργυρος, (ΧΙ 688)

υδροκέφαλος, (ΧΙΧ 442)

υδροκήλη, (ΧΙΧ 447)

ύδρωψ, (XVII 662)

υμένες εμβρύου, (ΙΙ 887)

υμήν, (ΙΙ 591)

υοειδές οστούν,ΙΙΙ 557

υπακτικός, ΧΙ 711

υπεζωκώς, ΙΙ 522

υπερώα στόματος, ΙΙ834

υπνωτικός, VII 143

υπογάστριον, ΙΙΙ 393

υποσπαδίας, ΧΙΧ 445

υποχόνδριον δεξιόν, αριστερόν, VIII 45

υποχύματα οφθαλμού, ΙΙΙ 760

υπτιασμός, (VIII 378)

ύστερον, (XVIIΒ 824), (όρος υστερεκτομή)

φαγέδαινα, (ΧΙΧ 443)

φακός οφθαλμού, (ΧΙΙΙ 300)

φάλαγγες δακτύλων, (ΙΙ 771)

φαλακρότης, (XVIIA 827)

φάρμακα οφθαλμικά, (ΙΙΙ 809)

φάρμακον, (Ι 91)

φάρυγξ, (VIII 249)

φατνία, (ΙΙΙ 872)

φθείρα, (ΧΙΙ 448)

φθειρίασις, (ΧΙΙ 463)

φίμωσις, (ΧVIIIB 812)

φλέψ-βα, (ΧΙΧ 365)

φλεβοτόμος, (ΧΙΧ 120)

φλεβώδης, (VII 536)

φλεγμονή, (ΧΙΧ 441)

φλύκταινα, (Χ 261)

φρενιτικός, (VIII 19)

φύμα, (ΧΙΙΙ 787)

φυματώδης, (VII 299)

φυσιολογία, (X 107)

φωνητικός, (ΙΙ 538)

χάλαζα, (ΧΙΧ 437)

χαλινός, (XVIIIA 799)

χαλκός, (ΧΙΙ 695)

χαμαίμυλον, (XIV 179)

χείλη στόματος, (ΙΙΙ 746)

χείρ, (ΧΙ 472)

χειρουργικός, (ΧΙΙ 821)

χειρουργός, (ΧΙΙ 683)

χιτών, (ΙΙ 591)

χιτώνες αρτηρίας-φλεβός, (ΙΙΙ 457)

χολαγωγόν φάρμακον, (VIII 375)

χολέρα, (ΧΙΧ 421)

χολή, (ΧΙΙ 631)

χοληδόχος κύστις, (ΙΙΙ 297), πόρος, (ΙΙ 543)

χόνδρος, (ΧΙΧ 368), λάρυγγος, (ΙΙ 839), τραχείας αρτηρίας, (VIII 284)

χοριοειδές πλέγματα κοιλιών εγκεφάλου, (ΙΙ 719)

χοριοειδής χιτών οφθαλμού, (ΙΙΙ 763)

χοριοειδής μήνιγγα, (VIII 228)

χόριον, (ΧΙΧ 451)

ψαλίς εγκεφάλου, (ΙΙ725)

ψόες μύες, (ΙΙ 527)

ψύλλιον, (XIII 94)

ψυχικά πάθη, (ΙΧ 697)

ψώρα, (Χ 368)

ψωρίασις, (ΧΙΙ 449)

ωδίνες, (ΧΙΧ 455)

ωλέκρανον, (ΙΙ 371)

ωμιαία φλέψ, (ΙΙ 373)

ωμοπλάτη, (ΙΙ 765)

ώμος, (ΧΙΙΙ 779)

ωταλγία, (Χ 82)

ωτικός, (ΧΙΙ. 625)

ώτα, (ΧΙΧ 359)

 

 

 

--------------------------------------------------------------------------------

Γαληνού, Οροι ιατρικοί, Προοίμιον, Kuehn, τόμ. ΧΙΧ, σ. 346.

Γαληνού, Οροι ιατρικοί, α΄, Kuehn, τόμ. ΧΙΧ, σ. 348.

Γαληνού, Περί φιλοσόφου ιστορίας, Kuehn, τόμ. ΧΙΧ, σ. 236.

Δημήτριος Καραμπερόπουλος, «Ετυμολογική ερμηνεία της αρχαίας ιατρικής ορολογίας, (σύμφωνα με αρχαία κείμενα)», στον τιμητικό τόμο του Ομοτίμου Καθηγητού Φιλοσοφίας Βασιλείου Κύρκου, Αθήνα 2008, (υπό εκτύπωση).

Γαληνού, Περί των πεπονθότων τόπων, Βιβλίον Α΄, G.C.Kuehn, τόμ. VIII, σ. 32.

Γαληνού, Περί των εν ταις νόσοις καιρόν Βιβλίον, G.C.Kuehn, τόμ. VII, σελ. 417-418.

Γαληνού, Θεραπευτικής μεθόδου, Βιβλίον Β΄, G.C.Kuehn, τόμ. Χ, σ. 82.

Πέτρος Ι. Ροντόπουλος, «Ιστορία της ιατρικής ορολογίας», Ιατρική Πρόοδος, τόμ. 40, 15 Νοεμβρίου 1935, σσ. 305-310.

Δημήτριος Καραμπερόπουλος, Η ιατρική ευρωπαϊκή γνώση στον ελληνικό χώρο 1745-1821, Βιβλιοθήκη Ιστορίας της Ιατρικής αρ. 1. εκδ. Αθ. Σταμούλη, Αθήνα 2003,

Δημήτριος Καραμπερόπουλος, «Ελληνική ιατρική ορολογία. Οι απαρχές της κατά το νεοελληνικό διαφωτισμό», Αρχεία Ελληνικής Ιατρικής, τόμ. 25 (2), 2008, σσ. 244-247.

Ερμής ο Λόγιος, 1812, σ. 15.

Κωνστ. Κούμας, Χημείας επιτομή, Βιέννη 1808, εισαγωγή, σ. λβ΄.

Δημήτριος Μπίρδας, Διατριβή εναίσιος, 1830, προοίμιον.

Δημήτριος Μαυροκορδάτος, Ανατομία του ανθρωπίνου σώματος, Αθήναι 1836, σσ. λγ΄-λε΄

Γαληνού, Περί οστών τοις εισαγομένοις, Kuehn, τόμ. 2, σ. 736.

Γερ. Ρηγάτος, «Ιωάννης Βούρος, Στοιχεία για τη ζωή και το έργο του», στο Σελίδες από την Ιατρική Εταιρεία των Αθηνών, Αθήνα 1991, σσ. 19-25.

Γερ. Ρηγάτος, Η Ιστορία της Ιατρικής Εταιρείας Αθηνών, 1835-1985, Αθήνα 1985, σ. 39.

Σ. Αρχιγένους, Στοιχεία Παθολογίας Ιατρικής, εν Παρισίοις, 1843, σ. β΄.

Ιωάννης Ολύμπιος, Μαξιμιλιανού Ιωσήφ Χελίου, Εγχειρίδιον Χειρουργικής, εν Αθήναις 1852, τ. Α΄, εισαγωγή.

Λουκάς Παπαϊωάννου, Ανατομνική του ανθρώπου, Αθήνα 1896, τόμ. Α΄, σσ. ιβ-ιγ΄.

Στα. Κουμανούδη, Συναγωγή νέων λέξεων, Αθήνα 1900, επανατύπωση Προλεγόμενα Κ. Θ.Δημαρά, Αθήνα, Ερμής, 1980, σ. ΧΙΙΙ.

Μιχ. Στεφανίδης, Αι φυσικαί επιστήμαι εν Ελλάδι προ της Επαναστάσεως, Αθήναι 1928, σ. 54.

Γερ. Ρηγάτος, Ελληνικός Ιατρικός Τύπος, 1811-1988, Αθήνα 1988, σ. 27.

G.C.Kuehn, (ed.) Κλαυδίου Γαληνού Απαντα, Claudi Galeni Opera omnia, Lipsiae 1821-1830, επανατύπωση Georg Olms Verlag, Hildesheim, Zurich, New York, 1997-2001.

Βιοϊατρική Ορολογία, Ελληγνοαγγλικό-Αγγλοελληνικό Λεξιλόγιο, MeSH-EΛΛΑΣ, Ιατροτέκ, Ιατρική Εταιρεία Αθηνών, Αθήνα 1991, και Συμπλήρωμα, Αθήνα 1997.

Για λεπτομερή αναφορά στα έργα του Γαληνού βλ. Richard J. Durling, A Dictionary of medical terms in Galen, E. J. Brill, Leiden-NewYork-Koeln, 1993.

Σχετικά με τον όρο «ανατομία» ο Κ. Μητρόπουλος επισημαίνει ότι είναι λαθεμένη απόδοση στα ελληνικά του όρου «anatomie» από τον πρώτον μεταφραστή και ο σωστός όρος είναι «ανατομή», που είναι σύνθετος από την πρόθεση «από» και το ουσιαστικό «τομή». Βλ. Κ. Μητρόπουλου, «Ιατρικοί όροι. Ιστορική των ιατρικών όρων εξέλιξις», Νοσοκομειακά Χρονικά, τόμ. 13, Οκτώβριος 1952, σ. 155.

 

 

 

 

αγγεία σπερματικά, (ΙΙ 894), τριχοειδή, (VIII 3)


Created by  WebLines  2004